θανατοῖ

θανατοῖ
θανατάω
desire to die
pres opt act 3rd sg (attic epic doric ionic)
θανατόω
put to death
pres ind mp 2nd sg
θανατόω
put to death
pres opt act 3rd sg
θανατόω
put to death
pres ind act 3rd sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • Θάνατοι — Θάνατος death masc nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • θάνατοι — θάνατος death masc nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ATHANATI — I. ATHANATI Graece Α᾿θάνατοι, i. e. Immortales; Recentioribus Athenasi, militum genus, apud Imperat. Graecos. Quemadmodum enim apud Persas olim Legio erat militaris, qnam τῶ Α᾿ςθανάτων appellabant, uti docent Auctores laudati Brissonio de Regno… …   Hofmann J. Lexicon universale

  • δημογραφικό πρόβλημα — Όρος που περιγράφει τα προβλήματα που δημιουργούνται από τη δυσανάλογη αύξηση ή μείωση του πληθυσμού καθώς και τις αλλαγές της πληθυσμιακής σύνθεσης μιας χώρας ή περιοχής. Ο Αριστοτέλης έγραψε: «Μίαν γαρ πληγήν ουχ’ υπήνεγκεν η πόλις, αλλ’… …   Dictionary of Greek

  • δημογραφία — Επιστήμη που μελετά τη σύνθεση, τις μεταβολές και τη δυναμική του πληθυσμού. Αντικείμενο της μελέτης της δ. είναι επομένως όλα τα φαινόμενα βιολογικού χαρακτήρα –όπως οι γεννήσεις και οι θάνατοι– ή κοινωνικού –όπως οι γάμοι και οι μεταναστεύσεις– …   Dictionary of Greek

  • θάνατος — Αρχαιοελληνική θεότητα, προσωποποίηση του θανάτου. Σύμφωνα με τον Ησίοδο ήταν γιος του Ερέβους και της Νύχτας και αδελφός του Ύπνου. Ο ίδιος αναφέρει ότι ο Θ. κατοικούσε στον Τάρταρο, είχε σιδερένια καρδιά και ήταν ανελέητος και σκληρός με τους… …   Dictionary of Greek

  • Μπουρκίνα Φάσο — Κράτος της δυτικής Αφρικής. Συνορεύει στα ΒΑ με τον Νίγηρα, στα ΒΔ με το Μάλι, στα Να με την Ακτή του Ελεφαντοστού και στα Ν με την Γκάνα, το Τόγκο και την Μπενίν.H M.Φ. δημιουργήθηκε το 1960 από τον διαμελισμό της Γαλλικής Δυτικής Aφρικής και… …   Dictionary of Greek

  • мьртвити — МЬРТВ|ИТИ (5*), ЛЮ, ИТЬ гл. Лишать жизни: пишеть бо сѧ г҃ь мьртвiть и живить. ПрЛ XIII, 117в; то же (ϑανατοῖ) ГА XIII–XIV, 209а; то же ГБ XIV, 114в; ѿнюду же ѹбожа˫а и б҃атѧ б҃ъ. мертвѧ и живѧ. (ὁ ϑανατῶν) ГБ XIV, 122а; г(с)ь ɤбожи(т) и б҃атить.… …   Словарь древнерусского языка (XI-XIV вв.)

  • Stefanos Linaios — Στέφανος Ληναίος Born August 1928 Messini Occupation Actor Stefanos Linaios (Greek: Στέφανος Ληναίος), born Dionysios Mytilinaios (Διονύσιος Μυτιληναίος) in August 1928 in Messini, Messinia, Greece), is a Greek actor, writer, director, and… …   Wikipedia

  • CLEOBULINA — Cleobuli filia, ingeniô, iudiciô animi magnitudine inclita, hexametris aenigmatica quaedam perscripsit, quorum unum adhuc extare fertur. Εἷς ὁ πατὴρ, παῖδες δὲ δυώδεκα, τῶ δὲ ἑκάςτῳ Παῖδες τριήκοντα, δίανδιχα εἰ̈δος ἔχουσαι, Αἱ μ` λευκαὶ ἔασιν… …   Hofmann J. Lexicon universale

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”